Metala
Contents
- 1 Υλικά ανάβασης / κατάβασης
- 1.1 Σπηλαιολογική ζώνη
- 1.2 Κεντρικός κρίκος (MAVC)
- 1.3 Κρίκοι (καραμπίνερ)
- 1.4 Καταβατήρας
- 1.5 Αναβατήρες ή φρένα
- 1.6 Λανιέρες ή σκοινιά αυτασφάλισης
- 1.7 Πενταλιέρα
- 1.8 Κλειδί 13αρι (και 17αρι) και κοπίδι
- 1.9 Αναρριχητική σκαλίτσα
- 1.10 Κορδονέττο για αυτοσφιγγόμενους κόμπους
- 1.11 Ζώνη μέσης, κρεμαστάρια ώμου
- 2 Συντήρηση, έλεγχος, φύλαξη
Υλικά ανάβασης / κατάβασης
Στο προηγούμενο μέρος του ατομικού σπηλαιολογικού εξοπλισμού καλύψαμε την ένδυση - υπόδηση η οποία είναι απαραίτητη για όλα τα σπήλαια. Σε περίπτωση όμως που πρόκειται να εξερευνήσουμε ή να επαναλάβουμε κάποιο βάραθρο τότε ο εξοπλισμός αυτός δεν αρκεί. Χρειαζόμαστε μια σειρά από πολύ πιο εξειδικευμένα υλικά τα οποία θα μας επιτρέψουν την κατακόρυφη κίνηση (στα σκοινιά) και θα μας εξασφαλίσουν από την έκθεση στο κενό (από μικρό ή μεγάλο ύψος). Γιατί όμως να κρεμαστούμε στο κενό, γιατί να εκτεθούμε σε κίνδυνο? Η απάντηση είναι διαφορετική για τον καθένα αν και οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν ότι η κατάβαση σε ένα βάραθρο δίνει πολύ μεγαλύτερη ικανοποίηση καθότι χρειάζεται μεγαλύτερη αυτοσυγκέντρωση ενώ είναι συνδυασμένη με το "ανεξερεύνητο", το "απάτητο". Το κίνητρο που θα νοιώσει όποιος βρεθεί στην είσοδο ενός βαράθρου είναι πολύ μεγάλο. Πού να πηγαίνει αυτή η τρύπα? Πόσο βαθιά κατεβαίνει? Πώς είναι άραγε αυτό το μέρος που δεν το έχει δει ποτέ κανείς? Όλα αυτά κάνουν το εξερευνητή σπηλαιολόγο να φορέσει τα υλικά ανάβασης - κατάβασης και να βρεθεί αντιμέτωπος με το κενό. Τα υλικά λοιπόν αυτά είναι αυτά που του επιτρέπουν να πραγματοποιήσει την αγαπημένη δραστηριότητα - την εξερεύνηση - με ασφάλεια και είναι τα εξής:
Σπηλαιολογική ζώνη
Ένα σύστημα από ιμάντες και μεταλλικές αγκράφες, ραμμένα όλα αυτά με συγκεκριμένο τρόπο μεταξύ τους έτσι ώστε να κατανέμεται το βάρος του σπηλαιολόγου αρμονικά και να τον διευκολυνει στην κατάβαση και την ανάβαση. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι σχηματίζει ένα είδος καθίσματος.
Οι σπηλαιολογικές ζώνες δεν έχουν καμιά σχέση με τις αντίστοιχες αναρριχητικές. Η σπηλαιολογική ζώνη «πιάνει» χαμηλά από την βουβωνική χώρα ώστε να κερδίζουμε και τον πόντο στο ανέβασμα ενώ η αναρριχητική από την κοιλιακή χώρα έτσι ώστε σε περίπτωση πτώσης να μην βρεθούμε με το κεφάλι κάτω. Η σπηλαιολογική είναι λιτή ώστε να μην εμποδίζει στα στενώματα ενώ η αναρριχητική διαθέτει κατά κανόνα άφθονα κρεμαστάρια, κρίκους, μαξιλαράκια κλπ. Υπάρχουν τριών ειδών σπηλαιολογικές ζώνες:
Ι. Τριών σημείων
Τρία ξεχωριστά κομμάτια για τα πόδια, την μέση και το στήθος. Ο τύπος αυτός τείνει να καταργηθεί.
ΙΙ. Δύο σημείων
Δύο ξεχωριστά κομμάτια: πόδια – μέση και στήθος. Οι ζώνες της PETZL και της SINGING ROCK ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.
ΙΙΙ. Ενός σημείου
Η ζώνη έχει σταθερά ενσωματωμένα όλα τα κομμάτια και φοριέται σαν φόρμα από κάτω προς τα πάνω. Oι ζώνες της ALP DESIGN (κάποιες) βρίσκονται ανάμεσα στην δεύτερη και την τρίτη κατηγορία.Ιδιαίτερη σημασία έχει η ρύθμιση της ζώνης: πρέπει να γίνεται πάνω στο σώμα μας φορώντας τα ρούχα που θα χρησιμοποιήσουμε στο σπήλαιο που θα δράσουμε, ενώ δεν θα πρέπει να διστάσουμε να αναπροσαρμόσουμε τις ρυθμίσεις της ζώνης μετά από κάποιο χρονικό διάστημα δράσης (η ζώνη κάθεται καλύτερα πάνω μας μετά από κάποιο χρόνο). Σίγουρα δε, θα πρέπει να σφίξουμε την ζώνη στήθους πριν αρχίσουμε την ανάβαση ή την κατάβαση.
Ζώνη στήθους
Σκοπός της ζώνης αυτής είναι να συγκρατεί σταθερά το φρένο στήθους πάνω στο σπηλαιολόγο διευκολύνοντας τον στην ανάβαση και σε ορισμένους χειρισμούς του σκοινιού. Επίσης κατά την κατάβαση προστατεύει από τραυματισμό της μέσης σε περίπτωση πτώσης(δεν επιτρέπει στην πλάτη να γύρει προς τα πίσω)
Σε περίπτωση που η ζώνη μας δεν διαθέτει ενσωματωμένη ζώνη στήθους καταφεύγουμε στην αυτοσχέδια σταθερή ή την αυτοσχέδια ρυθμιζόμενη.
Η σταθερή αποτελείται από ένα σταθερού μήκους ιμάντα ο οποίος τοποθετείται σε σχήμα οκτώ στο κορμό μας. Στα δύο "αυτιά" μπαίνουν τα χέρια μας, το δε σημείο που διασταυρώνονται τα "αυτιά" βρίσκεται στη πλάτη μας. Με τη βοήθεια ενός καραμπίνερ τα δύο "αυτιά" συνδέονται με την πάνω τρύπα του φρένου στήθους. Μοναδικό πλεονέκτημα του τύπου αυτού είναι η απλότητα. Από κει και πέρα... Δυσφορία σε στενά περάσματα. Οδυνηρή σε γυναίκες. Γενικά τείνει να καταργηθεί.
Η ρυθμιζόμενη αποτελείται από έναν ιμάντα (το μήκος του οποίου ρυθμίζεται) που συνδέει το πίσω μέρος της ζώνης μας με το φρένο στήθους (την πάνω τρύπα). Μειονεκτήματα: κανένα... Πλεονεκτήματα: Ρύθμιση της έντασης ανάλογα με το πεδίο.
Πριν την ανάβαση, αν διαθέτουμε σταθερή ζώνη στήθους, "κλιπάρουμε" το καραμπίνερ στο φρένο στήθους. Αν η ζώνη μας έχει ενσωματωμένη ζώνη στήθους ή έχουμε αυτοσχέδια με ρυθμιζόμενους ιμάντες απλώς παίρνουμε τα μπόσικα (προσοχή στα περισσεύματα ώστε να μην μπλεχτούν στα φρένα κατά την ανάβαση ή στον καταβατήρα κατά την κατάβαση).
Ορισμένοι σπηλαιολόγοι αντικαθιστούν τους στατικούς, συνθετικούς ιμάντες με ελαστικούς. Η λύση αυτή έχει το πλεονέκτημα ότι δεν χρειάζεται καμιά ρύθμιση, ενώ είναι άνετη τόσο σε οριζόντια κομμάτια όσο και σε κάθετα. ΑΛΛΑ: α. μετά από κάποιο χρονικό διάστημα (σχετιζόμενο με την συχνότητα χρήσης της ζώνης...) οι ιμάντες χάνουν την ελαστικότητα τους και β. εάν σε περίπτωση ανατροπής βρεθούμε με το κεφάλι προς τα κάτω οι ελαστικοί ιμάντες δεν είναι σίγουρο πως θα μας κρατήσουν. Εάν επιλέξουμε ελαστικούς ιμάντες, αναλαμβάνουμε και τους κινδύνους!!!
Σημ. 1: Συνήθως οι άκρες των ιμάντων πρέπει να γυρίζουν προς τα μέσα στις αγκράφες, εκτός εάν υπάρχουν διαφορετικές οδηγίες από το κατασκευαστή.
Σημ. 2: Οι ζώνες, όπως όλα τα συνθετικά υλικά, έχουν ημερομηνία λήξεως. Ενημερωθείτε από τον προμηθευτή/κατασκευαστή. Σε περιπτώσεις μεγάλης φθοράς ή ισχυρού shock να ελέγχονται προσεκτικά και εάν διαπιστωθεί βλάβη να γίνεται άμεση αντικατάστασή τους.
Κεντρικός κρίκος (MAVC)
Ένας σιδερένιος ή αλουμινένιος, τριγωνικός ή οβάλ κρίκος που από την μία του μεριά ανοίγει και ασφαλίζει με ένα ενσωματωμένο παξιμάδι. Συνδέει τα κομμάτια της ζώνης μεταξύ τους και με τα υπόλοιπα υλικά ανάβασης – κατάβασης. Η αντοχή του από 1500 έως και 2500 κιλά περίπου. Θεωρητικά με τον οβάλ κρίκο τακτοποιούνται καλύτερα τα υλικά πάνω μας. Ωστόσο σημαντικό ποσοστό σπηλαιολόγων προτιμά τους τριγωνικούς, γι' αυτό και οι εταιρείες συνεχίζουν να τους παράγουν...
ΠΡΟΣΟΧΗ: Ανεξαρτήτως του "σχεδίου" ιδιαίτερη σημασία έχει η φορά με την οποία πρέπει να σφίγγουμε το παξιμάδι: πρέπει ΠΑΝΤΑ να σφίγγει όταν περιστρέφεται με φορά από πάνω προς τα κάτω ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να ανοίξει από την τριβή του σκοινιού το οποίο περνάει πολύ κοντά του κατά την ανάβαση. Το φαινόμενο αυτό (του ανοικτού κεντρικού) εμφανίζεται πιο συχνά όταν φοράμε φόρμα PVC λόγω της σκληρότητας της και ειδικά εάν αυτή δεν είναι στο σωστό μέγεθος.
Σε περίπτωση που ο "κεντρικός" μας στραβώσει από κακό χειρισμό, πτώση ή άλλη αιτία τον αντικαθιστούμε χωρίς δεύτερη σκέψη!!! ΠΟΤΕ δεν πρέπει να αντικαθιστούμε τον οβάλ ή τριγωνικό κεντρικό μας με καραμπίνερ διότι έχουν σχεδιαστεί για εντελώς διαφορετική χρήση: μπορεί ένας κρίκος (καραμπίνερ) να έχει αντοχές σε κανονικές φορτίσεις 22 ΚΝ (τουλάχιστον), όμως σε μη κανονικές φορτίσεις (όπως αυτές που εφαρμόζονται πάνω του εάν χρησιμοποιηθεί για κεντρικός) οι αντοχές του περιορίζονται σε 10 ΚΝ! Συν τοις άλλοις η πίεση και οι στρεβλωτικές δυνάμεις που θα ασκηθούν στην πύλη εξανεμίζουν τα όποια περιθώρια ασφαλείας. ΠΟΤΕ λοιπόν κρίκους που δεν έχουν σχεδιαστεί για χρήση ως "κεντρικοί".
Κρίκοι (καραμπίνερ)
Τα γνωστά "καραμπίνερ" (carabiner)- κρίκοι επί το ελληνικότερο, δεν είναι τίποτα άλλο από αλουμινένιους ή σιδερένιους (μεταλλικούς πάντως) κρίκους με άνοιγμα στο ένα μέρος τους ("πύλη") το οποίο κλείνει μέ ένα στέλεχος (την "πόρτα"). Οι κρίκοι διακρίνονται σε αρκετές κατηγορίες ανάλογα με το υλικό κατασκευής τους, το σχήμα τους, το μέγεθος τους, τις αντοχές τους, το σχήμα της πόρτας ή/και την ασφάλεια της, κοκ.
Ως προς το υλικό κατασκευής διακρίνονται όπως ήδη αναφέρθηκε σε σιδερένιους και αλουμινένιους. Όσον αφορά τους σιδερένιους, είναι φτιαγμένοι από εξελασμένο μέταλλο γεγονός που τους προσδίδει μεγάλη αντοχή σε χτυπήματα. Οι κρίκοι αυτοί δεν βρίσκονται εύκολα στην Ελληνική αγορά, είναι πολύ ελαφριοί και πολύ φθηνοί, τουλάχιστον στην διεθνή αγορά. Στα μειονεκτήματα τους είναι το ότι δεν είναι το ίδιο εύχρηστοι καθότι η πύλη τους είναι βιδωτή (με εξαίρεση ελάχιστα μοντέλα π.χ. της Simond). Στην κατηγορία αυτή των σιδερένιων ανήκων και πολλά από τα γνωστά "maillon rapide" τα οποία ονομάζουμε "μάϊλον" στην χώρα μας. Για τους αλουμινένιους κρίκους, σύνηθες υλικό κατασκευής είναι το zycral, υλικό πολύ ελαφρύ το οποίο χρησιμοποιείται στην αεροναυπηγική. Οι κρίκοι από αυτό το υλικό είναι "χυτοπρεσαριστοί" και σήμερα οι περισσότερες εταιρείες ελέγχουν την κάθε μια μονάδα αμέσως μετά την παραγωγή (individualy tested) - τεχνική που έχει θέσει πολύ υψηλά επίπεδα ποιότητας και ασφάλειας.
Γενικά εάν το άνοιγμα των κρίκων (carabiner) ασφαλίζει με παξιμάδι ή με άλλο τρόπο (πχ μπίλια) λέγονται «κρίκοι ασφαλείας», εάν όχι τότε ονομάζονται «απλοί κρίκοι». Και οι μεν και οι δε έχουν προδιαγραφές για πάνω από 22 ΚΝ (2200 κιλά) έως και 36 ΚΝ (3600 κιλά!)
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι αλουμινένιοι Σε περίπτωση πτώσης τους από ψηλά μπορούν να πάθουν μικρορηγματώσεις μη ορατές που να τους καθιστούν επικίνδυνους. ΜΗΝ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΣΤΕ ΤΗ ΖΩΗ ΣΑΣ ΣΕ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΥΛΙΚΑ Ή ΥΛΙΚΑ ΜΕ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΑ!
Ως προς την πόρτα οι κρίκοι διακρίνονται σε βιδωτούς και κανονικούς. Οι κανονικοί διακρίνονται με την σειρά τους σε απλούς και σε ασφαλείας. Οι ασφαλείας έχουν συνήθως μηχανισμό που επιτρέπει την ασφάλιση της πόρτας από ακούσιο άνοιγμα της. Επίσης αποτρέπουν το άνοιγμα της πόρτας όταν ο κρίκος παραμορφώνεται λόγω υπερβολικής φόρτισης. Έτσι οι κρίκοι αυτοί έχουν και εξ' ορισμού μεγαλύτερη αντοχή. Οι ασφαλείας μπορεί να είναι είτε κλασικοί (με βιδωτό κλειδί που πρέπει να το περιστρέψουμε για να κλειδώσει η πόρτα) και σε αυτόματου κλειδώματος (Auto lock) οι οποίοι κλειδώνουν αυτόματα (με ειδικό κλείστρο) μόλις πάψουμε να κρατάμε την πόρτα ανοικτή.
Οι απλοί κρίκοι έχουν κι αυτοί μια σειρά από διαφοροποιήσεις ως προς το σχήμα της πόρτας τους. Για την σπηλαιολογία ενδείκνυνται όσοι έχουν ίσια πόρτα. Υπάρχουν επίσης απλοί με κυρτή πόρτα ή με συρμάτινου τύπου οι οποίοι σε κάποιες χρήσεις αντενδείκνυνται. Γενικά οι απλοί κρίκοι χρησιμοποιούνται για να ασφαλίσουμε σακίδια, στις παρακάμψεις, στις λανιέρες μας, κα. Οι κρίκοι αυτοί δεν χρησιμοποιούνται στο αρμάτωμα (μειωμένη αντοχή και πιθανότητα να ανοίξουν) παρά μονάχα στο ιδιαίτερα εξειδικευμένο υπερελαφρό αρμάτωμα.
. Για "προσωπική μας χρήση" χρειαζόμαστε τουλάχιστον 5 κρίκους. Ως προς τους τύπους που χρησιμοποιούμε ατομικά:
- Στις λανιέρες μας (σκοινιά αυτασφάλισης, δες πιο κάτω) συνίσταται να χρησιμοποιούμε 2 κρίκους έναν απλό και έναν ασφαλείας (στην κοντή και μακριά λανιέρα αντίστοιχα). Ωστόσο πολλοί σπηλαιολόγοι χρησιμοποιούν 2 απλούς ασύμμετρους κρίκους.
- Πάντα ασφαλείας πρέπει να είναι και ο κρίκος που συνδέει το καταβατήρα μας με τον κεντρικό. Άλλοι προτιμούν ασύμμετρους, άλλοι "D", HMS ή οβάλ. Όπως και να έχει πάντα θα πρέπει να τοποθετούνται με τη πύλη προς τα πάνω, προς το σώμα μας με άλλα λόγια.
- Τέλος το "βοηθητικό" καραμπίνερ του καταβατήρα με το οποίο "φρενάρουμε" στις καταβάσεις είναι συνήθως ασύμμετρο. Ιδανικό βέβαια είναι το ατσάλινο καραμπίνερ τύπoυ Handy διότι έχει πολύ μικρές φθορές, φρενάρει πολύ εύκολα το σκοινί και είναι δυνατόν να το χρησιμοποιήσουμε σε σπήλαια με συνεχείς τραβέρσες (μειονέκτημά του το βάρος).
- Προαιρετικά συνίσταται να χρησιμοποιούμε 2 ακόμη κρίκους ασφαλείας ο ένας εκ των οποίων καλό είναι να είναι HMS.
Τέλος, υπάρχουν και βιομηχανικοί κρίκοι από ατσάλι ή αλουμίνιο που δεν χρησιμοποιούμε, όμως, στον ατομικό μας εξοπλισμό. Η γενική-ομαδική χρήση των σπηλαιολογικών κρίκων καθώς και περισσότερα στοιχεία θα εξεταστούν στο κεφάλαιο "Υλικά αρματώματος/κρίκοι".
Καταβατήρας
Ο καταβατήρας μας επιτρέπει να κατεβαίνουμε το σκοινί σαν την "αράχνη". Μας επιτρέπει να το κάνουμε αυτό με ασφάλεια και ταχύτητα. Πρόκειται για μια κατασκευή από σταθερά στρογγυλά ή έκκεντρα ράουλα (σταθερές τροχαλίες) πάνω στα οποία τρίβεται το σκοινί και δημιουργούνται απαραίτητες τριβές ώστε ο σπηλαιολόγος να ελέγχει την κατάβαση του και να αντιστέκεται στην δύναμη της βαρύτητας. Διακρίνονται στους εξής τύπους:
- απλοί (PETZL ή KONG ή άλλη εταιρεία) που δεν φρενάρουν μόνοι τους αλλά δεν προκαλούν σχεδόν καθόλου φθορές στο σκοινί. Με ειδικούς χειρισμούς στην εκπαίδευση ο κίνδυνος από την πλήρη έλλειψη φρένου στο συγκεκριμένο τύπο καταβατήρα μπορεί να εκλείψει αλλά η ασφαλής χρήση τους προϋποθέτει υψηλή εμπειρία (κόμποι στο σκοινί εκεί που υπολογίζουμε πως θα γίνει αλλαγή ώστε να μην υπάρχει ο φόβος για "ελεύθερη πτώση").
- αυτοί που φρενάρουν αυτόματα (μόλις πάρουμε το χέρι μας από στη λαβή π.χ. PETZL). Με λανθασμένη χρήση προκαλεί μεγάλες φθορές στο σκοινί (πεπλάτυνση του σκοινιού ή και κάψιμο). Υπάρχει πάντα η δυνατότητα να αναστείλουμε τη λειτουργία του φρένου μετατρέποντας τους σε "απλούς", τοποθετώντας ένα κρίκο στην υποδοχή που εμφανίζεται όταν πατήσουμε το φρένο. Έτσι το φρένο παραμένει μόνιμα απενεργοποιημένο.
- Αυτοί που φρενάρουν αυτόματα ή χειροκίνητα (όταν χαλαρώσουμε ή σφίξουμε τη λαβή τους (KONG, LUCKY). Με σαφές πλεονέκτημα ασφαλείας το φρενάρισμα σε περίπτωση που αφήσουμε τα χέρια μας (ατύχημα) αλλά και σε περίπτωση πανικού (αντί να αφήσουμε τα χέρια σφίγγουμε ακόμη περισσότερο τη λαβή κάνοντας τη πτώση ανεξέλεγκτη) είναι "δύσκολοι" στο πάτημα της λαβής (απαιτούν μεγάλη δύναμη και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε άλλες χρήσεις (π.χ. τέντωμα τυρολέζικης τραβέρσας). Τα μειονεκτήματα αυτά έχουν περιορίσει τη "διείσδυση" τους στους σπηλαιολόγους τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
- οι αμερικανικού τύπου, ιδανικοί για μεγάλα βάραθρα χωρίς αλλαγές, άνευ αυτόματου φρένου, κατάλληλοι και για διπλά σκοινιά (PETZL). Ογκώδεις, δύσχρηστοι και με πολλούς περιορισμούς κάνουν όμως τις ομαλότερες καταβάσεις... H διαφορά τους από τους άλλους είναι ότι φέρουν μικρές μπάρες αντί για ράουλα, οι οποίες έχουν περισσότερους βαθμούς ελευθερίας και δυνατότητα εμπλοκής ανά περίσταση περισσότερες ή λιγότερες από αυτές.
Oι καταβατήρες που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα (και γενικότερα στην Ευρώπη) είναι συνήθως της πρώτης και δεύτερης κατηγορίας (απλοί και με φρένο, simple και stop).
Για τη χρήση αυτού καθεαυτού και τη συντήρηση του ως μεταλλικού εξαρτήματος θα αναφερθούμε παρακάτω. Ειδικά όμως θα πρέπει να ελέγχουμε την κατάσταση των τροχαλιών και σε περίπτωση μεγάλης φθοράς τους να τις αλλάξουμε θέση (με περιστροφή) για μία και μοναδική φορά, χωρίς να περιμένουμε να φανεί η βίδα σταθεροποίησης τους! Μετά πρέπει να τις αντικαθιστούμε. Στην διεθνή "αγορά" πέρα από τις original τροχαλίες από αλουμίνιο κυκλοφορούν και ιδιοκατασκευές από ατσάλι (συνήθως Ρωσικές).
Αναβατήρες ή φρένα
Πρόκειται για ένα σύστημα από ένα σταθερό μεταλλικό πλαίσιο πάνω στο οποίο υπάρχει μια κινούμενη "σφήνα" που παγιδεύει το σκοινί ανάμεσα σε αυτήν και το μεταλλικό πλαίσιο. Τα φρένα μπορούν να περιγραφούν και ως "βαλβίδες μονής κατεύθυνσης" αφού κινούνται στο σκοινί ΜΟΝΟ προς τα εκεί που επιθυμούμε.Κάθε σπηλαιολόγος χρησιμοποιεί τουλάχιστον ένα φρένο χειρός και ένα φρένο στήθους. Αναλυτικότερα:
- Φρένο χειρός. Μπορεί να διαθέτει λαβή ή όχι, με τα ίδια περιθώρια ασφαλείας. Τα άνευ λαβής είναι μικρότερα και ελαφρύτερα αλλά πολύ λιγότερο άνετα. Τα τελευταία είναι γνωστά και σαν Basic, από την εμπορική ονομασία του προϊόντος. Σήμερα, το basic χρησιμοποιείται κυρίως στην διάσωση.
Όμως η συντριπτική πλειοψηφία των σπηλαιολόγων έχει στραφεί προς τα φρένα με λαβή όχι μόνο για την άνεση που προσφέρουν αλλά και γιατί διευκολύνουν σε διάφορους χειρισμούς αυτοδιάσωσης. Επιπλέον σε περίπτωση που το σκοινί ακουμπάει στο τοίχωμα π.χ. κοντά σε μια αλλαγή, χωρίς λαβή δεν μπορούμε να τραβηχτούμε από αυτό. Αποκαλείται και "ζουμάρ".
- Το φρένο στήθους. Μοιάζει πολύ με το φρένο χειρός χωρίς τη λαβή με την διαφορά ότι έχει ένα έξυπνο "στρίψιμο" του πλαισίου του το οποίο μας επιτρέπει να το τοποθετούμε σταθερά στον κεντρικό κρίκο μας. Επιπλέον, το φρένο στήθους έχει σαν κατασκευή σχέση ειδώλου - αντικειμένου με το φρένου χειρός. Αυτό εξασφαλίζει ότι σε περίπτωση πτώσης, η πιθανή η ροπή στρέψης που μπορεί να ανοίξει ένα από τα δύο φρένα δεν θα μπορεί να ανοίξει και το άλλο ταυτόχρονα. Γενικά απαιτείται να είναι υλικό αποκλειστικά προσανατολισμένο για σπηλαιολογική χρήση (π.χ. CROLL της PETZL).
ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα σπηλαιολογικά φρένα έχουν σχετικά μικρό όριο αντοχής πριν να αρχίσουν να γλιστρούν (η ολίσθηση τους αρχίζει στα 4,5 Kn) και είναι γενικά μπορεί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες να "ανοίξουν". ΓΙ'ΑΥΤΟ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΎΜΕ ΔΥΟ ΦΡΕΝΑ. Στις ελάχιστες εξαιρέσεις που θα χρησιμοποιήσουμε 1 φρένο (π.χ. αρμάτωμα οριζόντιας τραβέρσας, πέρασμα κόμπου κτλ) ενδείκνυται να εφαρμόζουμε την λανιέρα μας στην ειδική οπή που φέρει για τον σκοπό αυτό, το φρένο χειρός.
Το φρένο χειρός και το φρένο στήθους πρέπει να είναι πάντα κλειστά όταν δεν χρησιμοποιούνται, διότι μαλακώνουν τα ελατήρια με αποτέλεσμα σε λίγο καιρό να έχουν χαλαρώσει και να μην είναι πλήρως λειτουργικά.
Υπάρχει και ένα φρένο έκτακτης ανάγκης, πολύ ελαφρύ (39 γραμ) και μικρό (TIBLOCK της PETZL) που χρησιμοποιείται σε περίπτωσης απώλειας, καταστροφής κτλ.
* Φρένο ποδιού. Ένα μικρό φρένο που προσαρμόζεται με ιμάντες στο πόδι (συνήθως το δεξί). Παρότι προαιρετικό "κομμάτι" του εξοπλισμού, η συντριπτική πλειοψηφία των σπηλαιολόγων σήμερα το χρησιμοποιεί αφού βελτιώνει την ταχύτητα και την άνεση (άρα εμμέσως και την ασφάλεια) κατά την ανάβαση, καθώς και σε διάφορους χειρισμούς και συνθήκες (αλλαγές, κόμπους, στενά κάθετα περάσματα, αυτοδιάσωση κτλ). Αποκαλείται και "παντίν", από την εμπορική ονομασία του πιο διαδεδομένου μοντέλου.Λανιέρες ή σκοινιά αυτασφάλισης
Λανιέρες (ή σκοινιά αυτασφάλισης) αποκαλούμε ένα ενιαίο κομμάτι δυναμικού σκοινιού, ορισμένου μήκους (περίπου 3 μέτρων) στα 2/3 του οποίου κατασκευάζουμε έναν διπλό κόμπο του οκτώ (με θηλιά). Στα άκρα κατασκευάζουμε άλλα δύο οκτάρια. Κανονικά πρέπει να έχουμε δύο άνισα τμήματα. Στις θηλιές αυτές που βρίσκονται στις άκρες του σκοινιού μας τοποθετούμε δύο κρίκους (όπως έχουμε αναφέρει πιο πάνω). Έτσι οι λανιέρες μας επιτρέπουν να ασφαλιζόμαστε, να αγκυρώνουμε δηλαδή τον εαυτό μας σε μια δεσιά, σε μια τραβέρσα, σε μια τροχαλία κλπ. Ευνόητο είναι το ότι η λανιέρες είναι από τα πιο σημαντικά κομμάτια του εξοπλισμού μας ως προς την ασφάλεια μας. Πρόκειται να περάσουμε πολλές ώρες κρεμασμένοι από αυτές και για αυτό πρέπει να είναι πάντα σε άριστη κατάσταση. Γενικά ισχύει ότι θα πρέπει πάντα να είναι "καινούριες".ΣΥΝΙΣΤΑΤΑΙ αντικατάσταση των σκοινιών (ή ιμάντες) αυτασφάλισης (λανιέρες) κάθε χρόνο και τους κρίκους κάθε δύο χρόνια ή και νωρίτερα.
Την θηλιά που βρίσκεται στην μέση την τοποθετούμε στο κεντρικό μας, αριστερά από το φρένο στήθους. Το μήκος της "κοντής" πρέπει να είναι 42 εκατοστά από το κεντρικό μας έως το τέλος της πύλης του ασύμμετρου καραμπίνερ. Το μήκος της μακριάς λανιέρας εξαρτάται από τις σωματικές διαστάσεις του σπηλαιολόγου. Πιο συγκεκριμένα, ο σπηλαιολόγος πρέπει να είναι σε θέση με συνδεδεμένο το φρένο χειρός του στην μακριά λανιέρα, να το ανοίγει και να το χειρίζεται με άνεση ενώ η λανιέρα η ίδια δεν πρέπει να περισσεύει ή να είναι κοντύτερη από αυτό το μήκος. Αφού ρυθμιστούν τα μήκη των σκοινιών, τα περισσεύματα των κόμπων κόβονται, αφήνοντας φυσικά 5 εκατοστά τα οποία συνήθως σταθεροποιούνται με μονωτική ταινία ή θερμοσκληρυνόμενο πλαστικό.
Η πλειοψηφία των σπηλαιολόγων έχει στραφεί (θα εξηγήσουμε παρακάτω γιατί) προς έτοιμες λανιέρες. Αυτές είναι κατασκευασμένες από ιμάντα (ενώ εμείς δεν πρέπει ΠΟΤΕ να κατασκευάσουμε λανιέρες από ιμάντα καθότι δεν έχουν καμιά ελαστικότητα) ο οποίος έχει υποστεί μια ειδική επεξεργασία για να είναι κατάλληλος για σπηλαιολογική χρήση. Συγκεκριμένα σε περίπτωση πτώσης, επειδή είναι ραμμένος, ξηλώνεται (ξήλωμα ειδικών ραφών) επιβραδύνοντας μας προοδευτικά - σε μεγαλύτερο χρόνο. Γι' αυτό μετά από κάθε πτώση πρέπει να επιθεωρούμε προσεκτικά τις ραφές. Δυστυχώς οι έτοιμες λανιέρες διατίθενται σε ένα και μόνο μέγεθος. Οι έτοιμες λανιέρες πλεονεκτούν όμως σε διάφορους χειρισμούς αυτοδιάσωσης διότι μας επιτρέπουν να χρησιμοποιούμε όλο το μήκος της λανιέρας, χωρίς να εμποδιζόμαστε από τους κόμπους.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η σταθεροποίηση των καραμπίνερ στις άκρες των λανιέρων. Αυτό πρέπει να γίνει ώστε να διευκολυνόμαστε να "κλιπαρουμε" την λανιέρα όσο πιο εύκολα μπορούμε αλλά και για να σιγουρευτούμε ότι η τάση (οι δυνάμεις) θα εφαρμόζονται στον σωστό άξονα του κρίκου (κατά μήκος). Η σταθεροποίηση γίνεται με κομμάτια σαμπρέλας ή έτοιμες πλαστικές ασφάλειες. Σημαντικός είναι επίσης ο τύπος του καραμπίνερ που χρησιμοποιούμε όπως αναφέραμε και πιο πάνω (και είπαμε, το πόσο συχνά το αντικαθιστούμε). Συνήθως επιλέγουμε δύο απλούς κρίκους, έναν σε κάθε λανιέρα. Πολλοί χρησιμοποιούν έναν απλό κρίκο (στην κοντή) και ένα ασφαλείας (στην μακριά) το οποίο έχει κάποια πλεονεκτήματα καθώς μας επιτρέπει π.χ. να σιγουρέψουμε κλειδώνοντας το φρένο χειρός κτλ. Όπως και να έχει, οι κρίκοι είναι προτιμότερο να είναι ασύμμετρου σχήματος, αλουμινένιοι, οι δε απλοί ΔΕΝ πρέπει να έχουν κυρτές πόρτες ούτε και "συρμάτινες" (wire bend). Οι κυρτές πύλες έχουν σχεδιαστεί μεν για να "κλιπάρουν" πολύ εύκολα όμως αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ανοίξουν το ίδιο εύκολα κάτω από κάποιες συνθήκες. Οι "συρμάτινες" πόρτες από την άλλη έχουν σχεδιαστεί για την αναρρίχηση ώστε να εξασφαλίζεται το κλείσιμο τις πόρτας υπό δυναμικές φορτίσεις (μικρή αδράνεια πόρτας). Στην σπηλαιολογία όμως έχει παρατηρηθεί ότι πολύ σύντομα λόγω τις λάσπης οι πόρτες αυτές κολλάνε και παραμένουν ανοικτές όποτε κρίνονται ακατάλληλες για χρήση σε σπήλαια, πόσο μάλλον στις λανιέρες μας.
Στην κοντή και μακριά λανιέρα ο σπηλαιολόγος ασφαλίζεται για να ανέβει, να περάσει αλλαγές, τραβέρσες κλπ. Ορισμένοι σπηλαιολόγοι χρησιμοποιούν και μία ακόμη λανιέρα πουν συνδέει μόνιμα το φρένο χειρός με τον κεντρικό τους. Άποψη των συγγραφέων είναι πως αν και αυτό εξυπηρετεί (εν μέρει) στην εκπαίδευση δεν προσφέρει κανένα πλεονέκτημα στους χειρισμούς του σκοινιού, αντιθέτως μάλλον τους δυσκολεύει. Δυσκολεύει επίσης και την κίνηση σε στενά σπήλαια όπου όσο περισσότερα υλικά περισσεύουν τόσο πιο πολύ "σκαλώνει" ο σπηλαιολόγος. Για τους λόγους αυτούς δεν συνιστούμε την χρήση της τρίτης λανιέρας.
Πενταλιέρα
Λέγεται και ποδοστήριο. Πρόκειται για ένα κομμάτι σκοινιού (μικρής διαμέτρου - 6 χιλ.) που ξεκινά από το καραμπίνερ του φρένου χειρός (ευρισκόμενου στο ύψος του στέρνου) και καταλήγει με μια θηλιά στο ένα ή και στα δύο πόδια του σπηλαιολόγου. Το ακριβές σχέδιο είναι προσωπικό θέμα του κάθε σπηλαιολόγου. Υπάρχουν και έτοιμες πενταλιέρες. Το πλεονέκτημα τους είναι ότι ρυθμίζονται πολύ εύκολα. Το μειονέκτημα τους είναι ότι κατασκευάζονται από ιμάντα και έτσι υπάρχει πιθανότητα ο τελευταίος να εισχωρήσει στο φρένο στήθους και να το μπλοκάρει φέρνοντας σε πολύ δύσκολη θέση τον σπηλαιολόγο.
Κλειδί 13αρι (και 17αρι) και κοπίδι
Απαραίτητο κομμάτι του εξοπλισμού είναι ένα 13άρι γερμανοπολύγωνο κλειδί και ένα κοπίδι. Δεν έχει σημασία αν αρματώνουμε εμείς ή όχι, πρέπει να είμαστε σε θέση να σφίξουμε τη βίδα μιας πλακέτας ή ένα παξιμάδι. Άλλωστε αυτά χαλαρώνουν και με τη χρήση. Συνήθως μέσα σε μια σπηλιά θα χρειαστείτε ένα 13αρι κλειδί καθότι όλες οι βίδες είναι Μ8. Πλέον έχουν εμφανιστεί και 13αρια κλειδιά με καστάνια τα οποία προσφέρουν εξαιρετική άνεση!!! Υπάρχουν και κλειδιά με μια 13αρα και μια 17αρα άκρη. Εάν τα βρείτε προτιμήστε τα διότι ο κρίκος του κεντρικού είναι 17mm ενώ εάν κάνετε Canyoning θα σας χρειαστεί κι εκεί για τις πλακέτες Μ10. Το κοπίδι χρησιμεύει σε περίπτωση ανάγκης (αυτοδιάσωση ή αρμάτωμα) για να κόψουμε ένα σκοινί. Φυσικά υπάρχουν κι άλλοι τρόποι αλλά όχι τόσο εύκολοι ή γρήγοροι, για να κόψει κάποιος ένα σκοινί. Ό,τι κοπίδι χρησιμοποιούμε πρέπει να ασφαλίζει ώστε να αποφύγουμε ένα μη θελημένο άνοιγμά του. Ακόμη και αν υπάρχει περίπτωση να ανοίξει χωρίς την θέλησή μας, πρέπει να έχουμε λιμάρει την αιχμή του ώστε να μην καρφωθεί κάπου.
Αναρριχητική σκαλίτσα
Είναι μια ανεμόσκαλα τριών, τεσσάρων ή και πέντε σκαλιών, κατασκευασμένη από αναρριχητικό ιμάντα. Ανάλαφρη και μικρή σε όγκο μας διευκολύνει σε αλλαγές, δύσκολα περάσματα κλπ.Συνήθως την προτιμούν νέοι σπηλαιολόγοι. Οι "παλιοί" θα την χρησιμοποιήσουν μόνο στην Τεχνητή αναρρίχηση αφού με έξυπνη χρήση του φρένου χειρός και της πενταλιέρας μπορούν να ξεπεράσουν όλες τις δυσκολίες.
Κορδονέττο για αυτοσφιγγόμενους κόμπους
Κορδονέττο 5,5 - 7 χιλ. και μήκους 3 περίπου μέτρων που χρησιμεύει στην κατασκευή αυτοσφιγγόμενων κόμπων σε ορισμένους χειρισμούς της αυτοδιάσωσης κτλ Πλέον προτιμούνται κορδονέττα από kevlar ή deenyma. Επίσης κάποιοι σπηλαιολόγοι προτιμούν έτοιμους ραμμένους ιμάντες από kevlar ή deenyma.
Ζώνη μέσης, κρεμαστάρια ώμου
Η ζώνη αυτή είναι ρυθμιζόμενη για να εφαρμόζει σωστά και φέρει αρκετά κρεμαστάρια για να μπορούμε να κρεμάμε υλικά (καραμπίνερ, πλακέτες, τσαντάκι αρματώματος, μπαταρίες κτλ). Θα πρέπει να είναι άνετη ώστε να μην μας εμποδίζει τις κινήσεις μας.
Το κρεμαστάρι ώμου είναι μια ειδική ζώνη που φοριέται διαγώνια από τον ώμο, ρυθμιζόμενη και φέρει (κι αυτή) άφθονα κρεμαστάρια. Το πλεονέκτημα της σε σχέση με τη ζώνη μέσης είναι ότι μπορούμε να τη βγάλουμε πολύ πιο εύκολα (με μια κίνηση) σε περίπτωση που μας εμποδίζει (π.χ. σε ένα στένωμα). Επίσης μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί από έναν απλό ιμάντα, χωρίς βέβαια τις ανέσεις του έτοιμου (ο έτοιμος είναι φαρδύς στον ώμο και με μαξιλαράκια για να μην μας "κόβει", ενώ έχει και κρεμαστάρια ώστε να ταχτοποιούμε κατά είδος τα υλικά). Μπορούμε να έχουμε και ένα ή δύο κρεμαστάρια, ανάλογα με την ποσότητα των υλικών.
Συντήρηση, έλεγχος, φύλαξη
- Πλένουμε ό,τι συνθετικό χρησιμοποιούμε σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή που τηρούμε ΑΠΑΡΕΓΚΛΙΤΑ!!! Είναι πολύ άσχημο ένα θερμοεσώρουχο (π.χ.) σημαντικής αξίας να κάνει, μετά από μία και μόνο χρήση, σε ένα δεκάχρονο παιδί...
- Όλος ο υπόλοιπος εξοπλισμός πλένεται με νερό, ΧΩΡΙΣ ΧΗΜΙΚΑ ΑΠΟΡΥΠΑΝΤΙΚΑ, καθαρίζεται με βούρτσες και βουρτσάκια (ακόμη και παλιές οδοντόβουρτσες μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για τις λεπτομέρειες) από λάσπη, χώματα κτλ.
- Το στέγνωμα πρέπει να γίνετε σε σκοτεινό μέρος με θερμοκρασία δωματίου.
- Εάν πρόκειται για μεταλλικά εργαλεία με κινητά μέρη τα λαδώνουμε με spray σιλικόνης φροντίζοντας να σκουπίσουμε τα υπολείμματα για να αποφύγουμε την επαφή του λαδιού με το σκοινί.
- Ο εξοπλισμός ελέγχεται προσεκτικά για φθορές, σκισίματα, χτυπήματα κτλ. Εάν κάτι δεν μας ικανοποιεί το αποσύρουμε οριστικά. Εάν κρίνουμε πως η εμπειρία μας δεν είναι αρκετή, συμβουλευόμαστε κάποιον πιο έμπειρο σπηλαιολόγο.
- Ο εξοπλισμός φυλάσσσεται σε στεγνό, σκοτεινό μέρος με θερμοκρασία δωματίου, μακριά από ηλιακό φως και από χημικά, καύσιμα, μπαταρίες, ασετυλίνες κ.τ.λ.