SRT ascend
Contents
Τεχνικές Μονού Σκοινιού - Ανάβαση
Σε γενικές γραμμές η ανάβαση είναι πολύ πιο κουραστική από την κατάβαση. Είναι εκεί που ξεχωρίζει ο έμπειρος από τον αρχάριο και όχι ο δυνατός από τον αδύνατο. Κι αυτό γιατί η ανάβαση είναι καθαρά θέμα τεχνικής. Μερικά μυστικά της θα μοιραστούμε εδώ όμως τίποτα δεν θα αλλάξει πάνω σας εάν δεν εξασκηθείτε πολύ. Όσο πιο πολλά χιλιόμετρα σκοινιού περνάνε από το φρένο στήθους σας κάθε χρόνο τόσο πιο σίγουροι θα είσαστε για τον εαυτό σας όταν φτάνει η ώρα να επιστρέψετε στην επιφάνεια. Τότε σιγά - σιγά θα αρχίσετε να αγαπάτε την ανάβαση περισσότερο. Σίγουρα η κατάβαση είναι απολαυστική καθώς βιώνουμε την ελεγχόμενη κίνηση στον κατακόρυφο άξονα - κάτι που δεν έχουμε την ελευθερία να κάνουμε στην καθημερινή μας ζωή. Η ανάβαση όμως είναι αυτή που μας δίνει την ευκαιρία να δούμε το σπήλαιο καλύτερα, να το παρατηρήσουμε με προσοχή ανακαλύπτοντας λεπτομέρειες που δεν είδαμε κατεβαίνοντας. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να πάψει να είναι άγχος για τον σπηλαιολόγο, να πάψει να τον απασχολεί. Ειδικά εάν ο σκοπός της εξερεύνησης είναι η χαρτογράφηση ή άλλη πιο επιστημονική δραστηριότητα είναι σημαντικό να έχουμε το μυαλό μας καθαρό όταν δουλεύουμε μέσα στην σπηλιά και όχι θολωμένο από την κούραση και με την αγωνία της επιστροφής στην επιφάνεια.
Ας αναφέρουμε ότι υπάρχουν αρκετές μέθοδοι για την ανάβαση σε μονό σκοινί. Στο κεφάλαιο όμως αυτό θα αναπτύξουμε την βασική μέθοδο (του βατράχου)
Ανάβαση
Εν τέλει φτάνουμε στο τέρμα της εξερεύνησης. Αφού χαρτογραφήσουμε, φωτογραφήσουμε ή γενικώς τελειώσουμε ότι άλλο σκοπεύαμε να κάνουμε πρέπει να ξεκινήσουμε και την ανάβαση... Οι προκαταρκτικές κινήσεις μας είναι οι εξής:
- ελέγχουμε τη ζώνη, τα φρένα, τις λανιέρες μας (είναι η μακριά συνδεμένη με το φρένο χειρός;), το ύψος των ποδοστηρίων (πενταλιέρας)
- Σφίγγουμε την ζώνη στήθους έτσι ώστε να "καμπουριάζουμε" το σώμα μας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό διότι σταθεροποιεί το φρένο στήθους πάνω μας.
Κατόπιν περνάμε στο τελικό μέρος των "προκαταρκτικών". Ποιο είναι αυτό;
- Βάζουμε το σκοινί στο φρένο στήθους (το οποίο πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερα, ει δυνατόν στην βουβωνική χώρα) και στο φρένο χειρός.
- Κατόπιν "παίρνουμε μπόσικα". Δηλαδή ωθούμε το φρένο χειρός προς τα πάνω, "τραβάμε" το σκοινί προς τα κάτω, αυτό περνάει από το φρένο στήθους και εκεί "κλειδώνει".
- Μετά ωθούμε ξανά το φρένο χειρός προς τα πάνω κτλ.
Κάποια στιγμή θα "απογειωθούμε", δηλαδή το σκοινί θα πάρει ολόκληρο το βάρος μας. Τώρα:
- Προωθούμε το φρένο χειρός.
- Πατάμε δυνατά στο ποδοστήριο (ή «πεντάλ»). Έτσι το σώμα μας ανυψώνεται και μαζί του το φρένο στήθους.
- Αφηνόμαστε προς τα πίσω και έτσι το βάρος μας περνά στο φρένο στήθους το οποίο έχει πλέον ανέβει περίπου 25 με 35 εκατοστά.
- Ελευθερώνουμε το φρένο χειρός από το βάρος μας (χαλαρώνουμε το πόδι μας...) και το σπρώχνουμε προς τα πάνω.
- Η διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι να φτάσουμε εκεί που θέλουμε.
Στα πρώτα δύο τρία μέτρα υπάρχει μια δυσκολία στο να πιάσει το φρένο στήθους στο σκοινί. Αυτό είναι φυσιολογικό και συμβαίνει επειδή το σκοινί που περισσεύει κάτω από εμάς δεν έχει αρκετό βάρος ώστε να περνάει μόνο του μέσα από το φρένο. Για να αποφύγουμε την ταλαιπωρία και τις άσκοπες κινήσεις πρέπει:
- ή κάποιος να μας κρατάει το σκοινί
- ή να παίρνουμε μόνοι μας τα "μπόσικα" με το χέρι τραβώντας κάτω από το φρένο στήθους
- ή περνάμε το σκοινί ανάμεσα στα πόδια μας (αν χωράνε και τα δύο πόδια μας) και το "κλειδώνουμε" ανάμεσα τους
- ή το περνάμε ανάμεσα από το κουτουπιέ και τη πενταλιέρα μας "παγιδεύοντας" το
- ή χρησιμοποιούμε φρένο ποδιού
Το τελευταίο αν και είναι φρένο, έχει πολύ πιο ασθενές ελατήριο κι έτσι το σκοινί σέρνει μέσα από αυτό πολύ πιο εύκολα.
Όταν ξεπεράσουμε τα πρώτα μέτρα δεν χρειάζεται πια το "τέντωμα" του σκοινιού. Κι αυτό γιατί το ίδιο το βάρος του σκοινιού το κρατάει τεντωμένο προς τα κάτω...
Στην ανάβαση πρέπει να προσέχουμε να ωθούμε το σώμα μας κάθετα προς τα πάνω και όχι να πιέζουμε την πενταλιέρα στον οριζόντιο άξονα. Ο γενικός κανόνας είναι να επιδιώκουμε το σώμα να "γέρνει" προς το σκοινί και τα πόδια να σπρώχνουν προς τα κάτω και πίσω. Επίσης αποφεύγουμε τις έλξεις με τα χέρια. Σ' αυτά στηριζόμαστε μονάχα για ισορροπία. Ο απόλυτος, γενικός κανόνας είναι ότι ανεβαίνουμε με τα πόδια, όχι με τα χέρια.
Η κίνηση με τον παραπάνω τρόπο ονομάζεται "μέθοδος του βατράχου". Η μέθοδος αυτή είναι η πιο διαδεδομένη και έχει πολλά πλεονεκτήματα. Μας επιτρέπει να μεταφέρουμε βαριά σακίδια (χρήση και των δύο ποδιών) ενώ οι καρδιακοί σφυγμοί κατά την χρήση της κυμαίνονται σε λογικά επίπεδα (περίπου 120/λεπτό) (Κ.Αδαμόπουλος-Π.Σταυρόπουλος, 6η ΠΣΣ, "Εναλλακτικές Τεχνικές ανάβασης SRT, 2003). Επίσης, σε πηγάδια (βάραθρα) άνω των 40 μέτρων μας επιτρέπει να εκμεταλλευτούμε την ταλάντωση του σκοινιού και να εξοικονομήσουμε ενέργεια. Αυτό γίνεται συγχρονίζοντας τις "πεταλιές" μας ώστε να ωθούμε σε κάθε δεύτερη ανοδική κίνηση της ταλάντωσης. Το τελευταίο απαιτεί εμπειρία μόλις όμως το κάνετε κτήμα σας θα έχετε αποκτήσει σημαντικό πλεονέκτημα στην κίνηση σας σε ένα σπήλαιο.
Εκεί που υστερεί ο βάτραχος είναι σε ταχύτητα. Η εξέλιξη του που είναι και ταχύτερη είναι η επονομαζόμενη "μερικώς ασύγχρονη μέθοδος ανάβασης". Δηλαδή:
- ανεβάζουμε με τα χέρια το φρένο χειρός ( τα χέρια αναλαμβάνουν την ισορροπία του σώματος),
- πατάμε το ποδοστήριο (πρώτο σκαλάκι), το φρένο στήθους ανεβαίνει (και εμείς μαζί)
- ανεβάζουμε το φρένο ποδιού πιο πάνω από το επίπεδο του ποδοστηρίου (δεύτερο σκαλάκι), το φρένο στήθους ανεβαίνει ακόμη ψηλότερα.
Κι ο κύκλος ξαναρχίζει...
Η εξέλιξη (της εξέλιξης...) της "μερικώς ασύγχρονης" κίνησης είναι η "πλήρως ασύγχρονη ή εναλλακτική μέθοδος ανάβασης". Τουτέστιν:
- Πρώτος χρόνος: αριστερό χέρι πάνω - φροντίζει την ισορροπία - δεξί πόδι ψηλά (φρένο ποδιού),
- Δεύτερος χρόνος: δεξί χέρι πάνω - φροντίζει την ισορροπία - αριστερό πόδι πατάει το ποδοστήριο κτλ κτλ.
Για να μπορέσουμε να εφαρμόσουμε αυτήν την μέθοδο Το "κόλπο" είναι μια μικρή σαμπρέλα που συνδέει την πάνω τρύπα του φρένου χειρός με το αριστερό μας χέρι. Ο σπηλαιολόγος δεν ανεβάζει το φρένο χειρός: το "σέρνει" - μέσω της σαμπρέλας - κι αυτό ανεβαίνει "μόνο του". Πως γίνεται αυτό? Ο σπηλαιολόγος "πιάνεται" στο σκοινί ανεβάζοντας τα χέρια του το ένα μετά το άλλο: το φρένο απλά ακολουθεί (σέρνεται) γιατί είναι περασμένο στην σαμπρέλα η οποία με την σειρά της είναι περασμένη στο χέρι του σπηλαιολόγου... Η παραπάνω μέθοδος προτάθηκε στο Ελληνικό σπηλαιολογικό κοινό από τον Κώστα Αδαμόπουλο στην 6η Πανελλήνια Σπηλαιολογική Συνάντηση (1) στο Δυρό Λακωνίας και οι σπηλαιολόγοι που την εφαρμόζουν σήμερα αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο.
Γενικά η μέθοδος του βατράχου είναι πολύ περισσότερο αεροβική από την "ασύγχρονη", αλλά και πολύ περισσότερο αργή, ενώ η "ασύγχρονη" λιγότερο αεροβική αλλά πολύ γρήγορη. Επίσης η μέθοδος του "βατράχου" δουλεύει καλύτερα όταν δεν έχουμε επαφή με το βράχο ενώ η "ασύγχρονη" όταν έχουμε. Όμως για μικρές αποστάσεις η ασύγχρονη είναι πολύ πιο γρήγορη (μισός χρόνος για την ίδια απόσταση) όμως οι σφυγμοί ανεβαίνουν περισσότερο. Ευτυχώς ο σπηλαιολόγος μπορεί να εναλλάσσει πολύ εύκολα τις τεχνικές αυτές μεταξύ τους. Το πέρασμα από την μια μέθοδο στην άλλη, πάνω στο σκοινί είναι αστεία υπόθεση: αρκεί να βγάλει ή να βάλει κανείς το χέρι από (σ)την σαμπρέλα...
Πέρασμα παράκαμψης στην ανάβαση
Και φυσιολογικά αφού ξεκινάμε να ανεβαίνουμε θα ξαναβρούμε τα ίδια και πρώτα την παράκαμψη (βλέπε προηγούμενο κεφάλαιο). Τι κάνουμε λοιπόν;
- Φτάνοντας στο ύψος της παράκαμψης σπρώχνουμε με τα πόδια το βράχο και ανοίγουμε το carabiner και
- Βάζουμε το carabiner (της παράκαμψης) στο σκοινί που κρέμεται κάτω από τα φρένα.
Kατα τα λοιπά (παράκαμψη είναι πολύ μακριά, ασφάλιση στη παράκαμψη κτλ), κάνουμε ή δεν κάνουμε ότι και στο κατέβασμα.
Πέρασμα αλλαγής στην ανάβαση
Και στη συνεχεία της ανάβασης μας θα βρούμε την αλλαγή... Τι κάνουμε λοιπόν; Έχουμε και λέμε:
- Πλησιάζουμε το φρένο χειρός το πολύ ένα πόντο από τον κόμπο της αλλαγής (όχι περισσότερο διότι εάν κολλήσει στον κόμπο δεν θα ανοίγει).
- Ασφαλιζόμαστε με την κοντή λανιέρα στο carabiner της αλλαγής. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό (πολύ μακριά θηλιά) ασφαλιζόμαστε στην ίδια τη θηλιά της αλλαγής. Εναλλακτικά μπορούμε να "μεγαλώσουμε" προσωρινά το μήκος του carabiner προσθέτοντας ένα ή δύο ακόμη carabiner δημιουργώντας μια "αλυσίδα". Εάν δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την κοντή με οποιοδήποτε τρόπο (π.χ. έλλειψη υλικών) μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και την μακριά. Στην περίπτωση αυτή εάν δεν είναι μόνιμη η λανιέρα που συνδέει το φρένο χειρός με το κεντρικό μας, βάζουμε την κοντή λανιέρα στο φρένο χειρός μας πρώτα και έπειτα μπορούμε να απ-εμπλέξουμε την μακριά μας και να την χρησιμοποιήσουμε για να ασφαλιστούμε στην αλλαγή.
- Ανασηκωνόμαστε (με τους τρόπους που είπαμε πριν, αλλά εδώ βολεύει περισσότερο να χρησιμοποιήσουμε το φρένο ποδιού, αν έχουμε φυσικά...), ανοίγουμε το φρένο στήθους, το βάζουμε στο σκοινί που συνεχίζει προς τα πάνω και παίρνουμε τα μπόσικα.
- Βγάζουμε το φρένο χειρός από το κάτω σκοινί και το βάζουμε στο σκοινί που συνεχίζει προς τα πάνω.
- Αρχίζουμε να ανεβαίνουμε. Τριάντα, σαράντα πόντοι είναι αρκετοί.
- Ελέγχουμε εάν είναι όλα εντάξει.
- Βγάζουμε την κοντή μας λανιέρα από την αλλαγή και την τακτοποιούμε. Σε περίπτωση που έχουμε χρησιμοποιήσει και άλλα υλικά τα παίρνουμε κι αυτά. Εάν έχουμε χρησιμοποιήσει την μακριά μας λανιέρα για την ασφάλιση μας στην αλλαγή και έχουμε μόνο δύο λανιέρες (κοντή – μακριά) πρέπει να τοποθετήσουμε την μακριά πίσω στη θέση της στο φρένο χειρός και μετά να ελευθερώσουμε την κοντή.
Πολλές φορές οι σπηλαιολόγοι στα πρώτα τους βήματα κατά την ανάβαση μπερδεύουν τις λανιέρες τους στην αλλαγή (π.χ. περνάνε το ζουμάρ και το κρολ αλλά μόλις πάνε να συνεχίσουν την ανάβαση διαπιστώνουν ότι η λανιέρα έχει μπλεχτεί γύρω από το σκοινί (κάτω από τον κόμπο). Για να μην συμβαίνει αυτό θα πρέπει όταν η αλλαγή φεύγει προς τα δεξιά, να περνάμε το φρένο χειρός "ΠΑΝΩ" από όλα τα υλικά. Όταν η αλλαγή "φεύγει" προς τα αριστερά, δεν υπάρχει περίπτωση να μπερδευτούμε (γιατί οι λανιέρες μας είναι αριστερά στον κεντρικό κρίκο).
Σε περίπτωση όμως που έχουμε καταφέρει να μπερδέψουμε τις λανιέρες μας η μέθοδος για τις ξεμπλέξουμε είναι:
- να ασφαλίσουμε την κοντή μας στο φρένο,
- να ξεμπλέξουμε τη μακριά,
- να την ξανά-σφαλίσουμε κανονικά στο φρένο χειρός
- και μετά να απ-εμπλέξουμε την κοντή από το φρένο.
Η πιθανότητα να έχουμε μπλέξει το φρένο στήθους είναι μικρότερη, αλλά υπαρκτή, οπότε στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να έχουμε φύγει μακριά από την αλλαγή. Ξανά-σφαλιζόμαστε λοιπόν σε αυτήν, βγάζουμε το φρένο στήθους από το λάθος σκοινί και το βάζουμε στο σωστό. Ελέγχουμε αν είναι όλα σωστά, απ-ασφαλιζόμαστε και συνεχίζουμε την ανάβαση!
Διόρθωση της θέσης μας (προς τα κάτω)
Εάν κατά την ανάβαση για κάποιον λόγο χρειαστεί να κατεβούμε λίγο π.χ. 1 - 2 μέτρα μπορούμε να κάνουμε έναν πολύ απλό ελιγμό. Αντί να βάλουμε καταβατήρα να χαλαρώσουμε ένα - ένα τα φρένα μας κατεβάζοντας τα διαδοχικά. Η τεχνική αυτή δεν είναι βολική για μεγάλη κατάβαση αλλά είναι πολύ γρήγορη και σύντομη σε μικρές μεταβολές. Ανάγκη για τέτοιον ελιγμό μπορεί να προκύψει εάν π.χ. σκαλώσει κάτι στην λούπα της αλλαγής που μόλις περάσαμε (και το αντιληφθούμε όταν το σκοινί τεντώσει...)
Πέρασμα κόμπου στην ανάβαση
Aφού λοιπόν κατεβήκαμε περνώντας τον κόμπο με την ένωση των σκοινιών, στο ανέβασμα μοιραία θα τα ξαναβρούμε. Πώς περνάμε λοιπόν τον κόμπο που ενώνει τα σκοινιά μας στην ανάβαση;
- Φτάνουμε το φρένο χειρός μας στον κόμπο και ασφαλιζόμαστε με την κοντή λανιέρα στην θηλιά
- φέρνουμε και το φρένο στήθους όσο πιο ψηλά γίνεται
- βγάζουμε το φρένο χειρός από το κάτω σκοινί (το βάρος μας είναι στο φρένο στήθους) και το βάζουμε στο σκοινί πάνω από το κόμπο
- δίνουμε μια ώθηση και φέρνουμε το φρένο στήθους όσο πιο κοντά στο κόμπο γίνεται χωρίς να το "σφηνώσουμε"
- ανεβάζουμε όσο ψηλότερα γίνεται το φρένο χειρός
- πατάμε στο ποδοστήριο (την πενταλιέρα),
- ανοίγουμε το φρένο στήθους και το βάζουμε στο σκοινί που συνεχίζει πάνω από το κόμπο.
- ελέγχουμε εάν είναι όλα εντάξει
- Απ-ασφαλίζουμε την κοντή λανιέρα και συνεχίζουμε την ανάβαση μας.
Εύκολο έτσι δεν είναι? Σε γενικές γραμμές όλες οι κινήσεις και οι τεχνικές της ανάβασης είναι πιο απλές.
Αλλαγή κατεύθυνσης στην ανάβαση
Και εάν χρειαστεί να κατεβούμε ενώ ανεβαίνουμε; Όχι για λίγα 1-2 μέτρα όπως είπαμε πιο πάνω αλλά για περισσότερα... Εύκολο!
- Βάζουμε το καταβατήρα μας (στο σκοινί) κάτω από το φρένο στήθους μας. Παίρνουμε μπόσικα από το καταβατήρα και τον κλειδώνουμε (ασφαλίζουμε).
- Πατάμε το ποδοστήριο (την πενταλιέρα) και ανοίγουμε το φρένο στήθους. Χαλαρώνουμε και το βάρος μας έχει περάσει πλέον στον καταβατήρα.
- Ελέγχουμε εάν είναι όλα εντάξει.
- Βγάζουμε το φρένο χειρός, απ-ασφαλίζουμε τον καταβατήρα και ξεκινάμε την κατάβαση.
Τι κάνουμε αφού βγούμε από το σπήλαιο
Πρώτα από όλα ειδοποιούμε τον φίλο-η μας που κοντεύει να σκάσει από την αγωνία του - της. Μετά μαζεύουμε τα υλικά και το σκοινί. Εντάξει τα καραμπίνερ κ.λ.π., τα βάζουμε απλά στο σάκο. Το σκοινί όμως; Ποτέ σε κουλούρες γιατί βερονιάζει (στρίβει) Πώς όμως; ή ελεύθερα μέσα σε σάκο (μικρά μουστάκια) ή σε μουστάκια μεγάλα και μετά "όλο μαζί" στον σάκο.
Στην ταβέρνα που συνήθως επισκεπτόμαστε κατόπιν (...) συζητάμε και ρυθμίζουμε για τις υπόλοιπες δουλειές που πρέπει να γίνουν. Το πλύσιμο των υλικών καταρχάς πρέπει να γίνεται από όλους όσους τα χρησιμοποίησαν. Φροντίζουμε να μοιραστούμε τα έξοδα για να μην χαλάσουμε τις καρδιές μας. Ορίζουμε ποιος θα ενημερώσει το σύλλογο για τα αποτελέσματα και εάν χρειάζεται συζητάμε τις παραπέρα ενέργειες μας (δημοσιεύσεις, αναφορά προς την Εφορία κλπ). Τα τελευταία μπορούν φυσικά να συζητηθούν και στην έδρα μας…
Κατόπιν επιστρέφουμε πολύ προσεκτικά – τόσα γίνονται στους δρόμους! Και ο ύπνος μας θα είναι τόσο, μα τόσο γλυκός…
Ανάβαση με σακίδιο
Σημειώσεις
(1) Προηγήθηκε απόπειρα παρουσίασης της στην 3η ΠΣΣ, το 2000 αλλά η εργασία δεν παρουσιάστηκε τότε λόγω απόκλισης από το πρόγραμμα της τότε συνάντησης.