Escal
Εισαγωγή στην αναρρίχηση
Πολύ συχνά στην εξερεύνηση ενός σπηλαίου χρειάζεται να προωθηθούμε όχι προς τα κάτω ή οριζόντια (όπως συνήθως) αλλά προς τα πάνω. Η προώθηση προς τα πάνω ονομάζεται πολύ απλά αναρρίχηση. Στη σπηλαιοδιάσωση σκοπός μας δεν είναι η εξερεύνηση – άρα δύσκολα μπορεί να χρειαστεί να προωθηθούμε ως πρώτοι προς τα πάνω (αφού θα ακολουθούμε μια ήδη εξερευνημένη και στοιχειωδώς έστω αρματωμένη διαδρομή). Παρόλα αυτά μπορεί να χρειαστεί να αναρριχηθούμε σε μικρότερα ή και μεγαλύτερα τμήματα τα οποία να καταλήγουν σε ιδανικά, για διασωστικό αρμάτωμα σημεία μεν, δυσπρόσιτα και ψηλότερα από μας, δε…
Ελεύθερη αναρρίχηση
Όταν για την προώθηση μας χρησιμοποιούμε μόνο το φυσικό ανάγλυφο του βράχου τότε κάνουμε ελεύθερη αναρρίχηση. Πώς σκαρφαλώνουμε με ασφάλεια, υπό τις δεδομένες συνθήκες που αντιμετωπίζουμε σε μια σπηλιά;
Δύο λόγια καταρχήν για την ζώνη μας: όπως ξέρετε η σπηλαιολογική ζώνη «πιάνει» χαμηλότερα, από το κέντρο βάρους έτσι ώστε να διευκολυνόμαστε στην ανάβαση. Σε περίπτωση πτώσης, οι πιθανότητες να γυρίσουμε με το κεφάλι είναι τόσες όσες το γυρίσουμε με τα πόδια. Πώς εξασφαλιζόμαστε; Χαλαρώνοντας λίγο τους ιμάντες, η ζώνη «πιάνει» από ψηλά, οπότε πάντα θα πέφτουμε με τα πόδια.
Εάν ξέρουμε ότι υπάρχει πιθανότητα να ανέβουμε ένα κομμάτι, αναρριχητικά, πρέπει να έχουμε μαζί μας δυναμικό αναρριχητικό σκοινί. Η ελαστικότητα του είναι πολλαπλάσια του στατικού σκοινιού (σε μια «βαρβάτη» πτώση μπορεί να φτάσει και το 30% του κανονικού του μήκους) και «δουλεύει» με συντελεστή πτώσης έως και 2. Το σκοινί δένεται απευθείας πάνω στη ζώνη μας και όχι πάνω στο κεντρικό μας (στις δύο θηλιές που κανονικά ασφαλίζουμε και το κεντρικό μας) με κόμπο του οκτώ τον οποίο ασφαλίζουμε με διπλό ημίδεσμο.
Τα αναρριχητικά σκοινιά είναι 3 ειδών. Μονά, διπλά και δίδυμα. Μονά είναι αυτά που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με ασφάλεια μόνα τους, διπλά είναι αυτά που χρησιμοποιούνται μαζί αλλά και ξεχωριστά (το πώς θα εξηγήσουμε) και τα δίδυμα αυτά που αν χρησιμοποιούνται πάντα μαζί. Τα τελευταία δεν τα χρησιμοποιούμε στη σπηλαιολογία, άρα τα ξεχνάμε.
Εάν το σημείο που θέλουμε να φτάσουμε προσεγγίζεται στην ευθεία από εμάς, θα χρησιμοποιήσουμε μονό σκοινί. Εάν το σημείο προσεγγίζεται με μια διαδρομή που να κινείται για παράδειγμα δεξιά - αριστερά και αριστερά - δεξιά (η λεγόμενη ζικ - ζακ) χρησιμοποιούμε διπλό σκοινί.
Όπως έχουμε πει, η μία άκρη δένεται στο σπηλαιολόγο που θα σκαρφαλώσει (επικεφαλής). Κάποιος άλλος αναλαμβάνει το καθήκον να τον ασφαλίζει, δηλαδή να συγκρατήσει τον επικεφαλή, σε περίπτωση πτώσης (η ζωή του κρέμεται κυριολεκτικά στα χέρια του ασφαλιστή). Το σκοινί (διπλό ή μονό) περνάει με μισή ψαλιδιά μέσα ένα δύο καραμπίνερ που έχει ο ασφαλιστής περάσει στο κεντρικό του. Ο ασφαλιστής δίνει τόσο σκοινί στον επικεφαλή ώστε να μην είναι ούτε χαλαρό, ούτε να τον «ζορίζει» στη κίνησή του.
Μόλις ο επικεφαλής βρει ένα καλό φυσικό σημείο ασφάλισης (π.χ. ένα διαμπερές) περνάει ένα ιμάντα - π.χ. πάλι– με ένα καραμπίνερ. Σε αυτό το καραμπίνερ περνάμε το σκοινί από μέσα προς τα έξω (και ιδανικά με την πύλη από την αντίθετη πλευρά από αυτή που θα κινηθούμε). Τώρα ο επικεφαλής είναι «σχετικά» ασφαλής: αν πέσει θα πέσει τόσα μέτρα όσα έχει ανέβει πάνω από το καραμπίνερ αυτό, επί δύο…
Εάν χρησιμοποιούμε μονό σκοινί και τα διαμπερή, τα σταλαγμιτικά κλπ δεν είναι στην ιδανική ευθεία (που δεν θα είναι) αλλά δεξιότερα ή αριστερότερα από την ιδανική γραμμή (πάντα έτσι θα είναι) χρησιμοποιούμε ιμάντες σε διάφορα μήκη, για να φέρουμε τα σκοινιά στην «ιδανική» ευθεία. Εάν το σκοινί κινείται από δεξιά στα αριστερά μετά από δέκα δεκαπέντε μέτρα και τρεις τέσσερις ασφάλειες οι τριβές θα είναι τόσες πολλές που το σκοινί θα «έρχεται» με αρκετή έως πάρα πολύ δυσκολία.
Εάν χρησιμοποιούμε διπλό σκοινί φανταζόμαστε μια ιδανική γραμμή. Αποφασίζουμε πως το ένα σκοινί μας θα μπαίνει σε όσες ασφάλειες βρίσκονται δεξιά από την ιδανική γραμμή και το άλλο αντίστοιχα αριστερά.
Μπορούμε βέβαια να χρησιμοποιήσουμε και τεχνητές ασφάλειες (βύσματα: σπιτ ή βιομηχανικά). Να λαμβάνουμε υπ’ όψη μας ότι οι αντοχές ενός σπιτ ή βιομηχανικού 8 χιλ. είναι 18 ΚN και η φορτίσεις μιας ασφάλειας στην αναρρίχηση μπορεί να φτάσει (η και να ξεπεράσει) τα 22 ΚN. Το πρόβλημα ξεπερνιέται με την κατασκευή ισοσταθμισμένης ασφάλειας.
Ο επικεφαλής σπηλαιολόγος «σέρνει» και ένα στατικό σκοινί μαζί του. Μόλις φτάσει στο σημείο που επιθυμεί κατασκευάζει διπλό αρμάτωμα, περνάει το σκοινί και οι "λουφαδόροι" μπορούν να αρχίσουν να ανεβαίνουν, εάν η διαδρομή δεν έχει πολλές τριβές και δεν χρειάζεται ενδιάμεσες αλλαγές. Εάν υπάρχουν, τότε ο επικεφαλής κατεβαίνει αρματώνοντας κανονικά.
Σε περίπτωση που η αναρρίχηση πρέπει να συνεχιστεί (πράγμα απίθανο στη διάσωση) ο επικεφαλής κατασκευάζει ρελέ όταν τα σκοινιά κοντεύουν να τελειώσουν, και ο μέχρι τώρα ασφαλιστής ξεκινά να σκαρφαλώνει… Και ο κύκλος ξαναρχίζει…
Σημαντικό σημείο: υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα σε περίπτωση πτώσης του επικεφαλής να «απογειώσει» τον ασφαλιστή του, ιδιαίτερα αν η διαφορά κιλών μεταξύ τους, είναι αισθητή. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός ο ασφαλιστής «δένεται» (αυτασφαλίζεται) με μια πρόχειρη ασφάλεια στο έδαφος.
Η χρήση στατικού σκοινιού δεν είναι απαγορευμένη. Άλλωστε ο συντελεστής πτώσης με τον οποίο «δουλεύουν» τα στατικά σκοινιά μας είναι ίσος ή μικρότερος με 1 και τα μοντέρνα σκοινιά αντέχουν κάποιες πτώσεις. Αλλά αν πέσουμε να ξέρουμε πως α) ρισκάρουμε και β) θα «πονέσουμε» αφού το σκοινί μας δεν έχει ελαστικότητα. Γι’ αυτό τηρούμε τον εξής απλό, βασικό και νούμερο ένα κανόνα: ΔΕΝ ΠΕΦΤΟΥΜΕ!!!
Τεχνητή αναρρίχηση
Πριν όμως προχωρήσουμε σε κάποιες βασικές τεχνικές να διευκρινίσουμε πως η τεχνητή αναρρίχηση έχει να κάνει με την προώθηση μας και μόνο και όχι με την ασφάλιση μας, για την οποία ισχύουν ΟΛΑ αυτά που αναφέρονται στην [ελεύθερη αναρρίχηση].
Η τεχνητή αναρρίχηση είναι ο παράδεισος της πατέντας. Εδώ αναφέρουμε μερικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται συχνότερα. Φυσικά τίποτε δεν αποκλείει κάποιος άλλος να «βολευτεί» κάποια άλλη μέθοδο ή ακόμη και να βρει κάποια καινούρια.
Ξεκινάμε το σκαρφάλωμα και μόλις φτάσουμε σε ένα σημείο του βράχου που δεν μπορούμε να σκαρφαλώσουμε ελεύθερα, αρχίζουμε την τεχνητή αναρρίχηση.
Τρόπος 1: Βάζουμε μια πλακέτα όσο ψηλότερα μπορούμε. Προτιμούμε τις ίσιες πλακέτες (Coudee), γιατί απομακρύνουν το καραμπίνερ από τον βράχο και έτσι διευκολύνονται οι χειρισμοί και το πέρασμα άλλων υλικών σε αυτό. Περνάμε το σκοινί, με το οποίο ασφαλιζόμαστε, στο καραμπίνερ της πλακέτας. Περνάμε ένα fifi, από το οποίο έχουμε περάσει μια σκαλίτσα, στη πλακέτα. Πατάμε στη σκαλίτσα και ανεβαίνουμε όσο ψηλότερα μπορούμε. Για καλύτερη ισορροπία, περνάμε την μακριά λανιέρα στο καραμπίνερ της πλακέτας. Αυτό μας επιτρέπει να σταθούμε στο πιο ψηλό πάτημα της σκαλίτσας γιατί η μακριά λανιέρα μας κρατάει από το να πέσουμε πίσω. Βάζουμε χειροκίνητα (λέμε τώρα…) ή με τρυπάνι το επόμενο βύσμα με την πλακέτα όσο πιο ψηλά μπορούμε (τρυπάνι με τη μπαταρία στη ζώνη: θα το λατρέψετε ειδικά εδώ…). Περνάμε το σκοινί μας και στην παραπάνω πλακέτα. Βάζουμε την επόμενη σκαλίτσα. Προωθούμαστε. Τραβάμε την προηγούμενη σκαλίτσα μας από το κορδονάκι της και συνεχίζουμε. Επειδή η σκαλίτσα και το σχοινί ασφάλισης (δυναμικό) περνάνε στο ίδιο καραμπίνερ, κάποιες φορές μπορεί να μπερδεύονται. Σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να βάλουμε ένα σετάκι, όπου στο πάνω καραμπίνερ περνάμε την σκαλίτσα και στο κάτω το σχοινί. Το πρόβλημα αυτής της μεθόδου είναι οτι είναι πιο κουραστική, αλλά το πλεονέκτημά της είναι ότι προωθούμαστε στην καλύτερη περίπτωση 1,5 με 2 μέτρα (ανάλογα το ύψος του σπηλαιολόγου).
Τρόπος 2: Δεν «χρειαζόμαστε» σκαλίτσες αλλά ένα στατικό σκοινάκι τριών – τεσσάρων, περίπου, μέτρων. Στην κάθε άκρη κάνουμε έναν διπλό ημίδεσμο αφού πρώτα το έχουμε περάσει σε δύο πλακέτες coudee. Βάζουμε πάλι το βύσμα όσο ψηλότερα μπορούμε. Περνάμε τη πρώτη πλακέτα με το σκοινί. Τοποθετούμε τα φρένα ανάβασης (φρένο χειρός και φρένο στήθους) στο σκοινί. Ανεβαίνουμε μέχρι τη πλακέτα. Μπορούμε να βγάλουμε το φρένο χειρός και να το περάσουμε με το καραμπίνερ του στο καραμπίνερ της πλακέτας. Έτσι κερδίζουμε περίπου 15 εκατοστά σε ύψος, όσο έπιανε και το φρένο χειρός. Τοποθετούμε το επόμενο βύσμα. Πλακέτα με την άλλη άκρη. Περνάμε με τα φρένα μας στο άλλο σκοινί. Ξεβιδώνουμε και παίρνουμε μαζί την άλλη πλακέτα. Προώθηση. Και τα λοιπά και τα λοιπά. Αυτή η μέθοδος είναι πιο ξεκούραστη από την προηγούμενη, γιατί το βάρος του σπηλαιολόγου είναι συνεχώς στα φρένα του.
Ιδιαίτερη προσοχή στην ασφάλιση μας. Ανά ορισμένα μέτρα αντικαθιστούμε τις πλακέτες «προώθησης» με πλακέτες «ασφάλισης» γωνιακές, μονές ή διπλές ισοσταθμισμένες. Το πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι η απλότητα της και η «κατασκευή» των απαραίτητων υλικών με μέσα που διαθέτουμε μαζί μας. Σε μια αποστολή κόβουμε (στη χειρότερη περίπτωση) ένα τετράμετρο σκοινάκι, ενώ στη σπηλαιοδιάσωση παίρνουμε δύο κομμάτια σκοινί από αυτά που χρησιμοποιούμε για ισοσταθμισμένα.
Κόλπο Το πρόβλημα με την παραπάνω μέθοδο είναι ότι στη καλύτερη περίπτωση προωθούμαστε περίπου μόνο ένα μέτρο τη φορά. Αυτό σημαίνει πως εάν θέλουμε να καλύψουμε μια υψομετρική διαφορά 20 περίπου μέτρων χρειαζόμαστε περίπου 25 τρύπες 8 χιλ. (είκοσι για την προώθηση μας, τέσσερις περίπου διπλές ασφάλειες ανά τέσσερα μέτρα συν μία διπλή ασφάλεια για το αρμάτωμα). Οπότε (ιδανικά…) έχουμε (με τρυπάνι KRESS) την πλήρη εκφόρτιση μιας μπαταρίας 3 Αh για την ανάβαση 20 μόλις μέτρων (ΕΑΝ τα 3 Ah μας βγάζουν 25 τρύπες …). Η κατάσταση βελτιώνεται (κάπως) εάν χρησιμοποιήσουμε για την προώθηση μας και ΜΟΝΟ βύσματα 6 χιλ. τα οποία καταναλώνουν λιγότερη μπαταρία τρυπανιού για να τοποθετηθούν. Φυσικά αυξάνουμε και τον κίνδυνο αστοχίας. Τα 6αρια είναι και πιο οικολογικά αφού όταν τελειώσουμε με μια σφυριά, πάει το μέταλλο που περισσεύει. Είναι πιο φτηνά αλλά και πιο επικύνδινα. Διαλέγουμε και παίρνουμε.
Τρόπος 3: Υπάρχει και ο τρόπος που συνδυάζει και τις δυο παραπάνω μεθόδους. Σε γενικές γραμμές είναι οτι χρησιμοποιούμε τις σκαλίτσες για φτάσουμε ψηλά να βάλουμε την επόμενη ασφάλεια, αλλά χρησιμοποιούμε και το τετράμετρο σχοινάκι για να προωθηθούμε μέχρι την ασφάλεια που βάλαμε. Όταν φτάσουμε στην ασφάλεια, χρησιμοποιούμε την σκαλίτσα για να ανέβουμε ψηλότερα και να βάλουμε το επόμενο βύσμα. Έτσι η προώθηση είναι μεγαλύτερη αλλά και πιο ξεκούραστη.
Κόλπο: οι πλακέτες key hole βολεύουν εάν χρησιμοποιούνται με σκαλίτσες. Αυτό συμβαίνει επειδή πρώτα βάζουμε το βύσμα και χωρίς να ξεβιδώσουμε (και μετά να βιδώσουμε) το παξιμάδι του, βάζουμε την πλακέτα οπότε σε οριακές κινήσεις είμαστε (σχετικά) άνετα. Υπάρχουν και πλακέτες key hole με δύο τρύπες που θα βόλευαν (τρελά) αφού θα μπορούσαμε να τις χρησιμοποιούσαμε με τα σκοινάκια. Δυστυχώς δεν τις έχω πετύχει πουθενά. Μπορούμε να κατασκευάσουμε όμως: με την βοήθεια ενός τρυπανιού ανοίγουμε πρώτα την «μεγάλη» τρύπα τόσο ώστε να περνάει το παξιμάδι και εν συνεχεία κάνουμε κι από πάνω μία τρύπα έξι ή οκτώ χιλιοστών.
Κόλπο: Για την εξοικονόμηση βυσμάτων και ενέργιας στην μπαταρία του τρυπανιού μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε [γάντζους (skyhooks)]. Εκμεταλευόμαστε μικρές φλύδες (flakes), μικρές τρύπες και ότι άλλο μπορεί να πιάσει ο γάντζος και κρεμόμαστε από αυτόν. ΑΛΛΑ η χρήση γάντζων προυποθέτει σωστή και σίγουρη τοποθέτηση του γάντζου και να δεχτούμε το γεγονός ότι οι πιθανότητες μιας πτώσης πολλαπλασιάζονται κατά πολύ, πράγμα που δεν είναι καθόλου ευχάριστο φορώντας μια σπηλαιολογική ζώνη και τόσα υλικά που θα κρέμονται πάνω μας. Η μετάβιβαση του βάρους μας στον γάντζο πρέπει να είναι πολύ ομαλή και σταδιακή, έτσι μειώνουμε τις πιθανότητες να φύγει από την θέση του μόλις πάρει βάρος. Καλό είναι να είμαστε ασφαλισμένοι,χωρίς να διακυνδινεύουμε να πέσουμε, μέχρι να πάρει τελείως το βάρος μας ο γάντζος. Ακόμη, δεν περνάμε ποτέ το σχοινί ασφάλισης σε έναν γάντζο γιατί δεν προσφέρει καμία ασφάλεια. Η χρήση του είναι αποκλειστικά για προώθηση.
Τρόπος 4: Χρειάζεται πολύ (μα πάρα πολύ όμως) προσοχή, ευελιξία και επίγνωση του κινδύνου. Με την χρήση του κρουστικού τρυπανιού κάνουμε μια τρύπα στον βράχο με θετική κλίση, δηλάδη η μύτη του τρυπανιού να έχει διεύθυνση προς τα κάτω περίπου 45 μοίρες. Βάζουμε σε αυτήν ένα [βιομηχανικό βύσμα] με την μεριά του σπειρώματος και αφού έχουμε περιστρέψει την πλακέτα κατα 180 μοίρες (να την βλέπουμε κανονικά). Δηλαδή μέσα στην τρύπα θα μπεί το σπείρωμα του βύσματος και το μέρος που εκτονώνεται βρίσκετε προς τα έξω. Το παξιμάξι του βύσματος το πηγαίνουμε όσο πιο κάτω γίνεται, ώστε να μπεί στην τρύπα όσο περισσότερο μέρος του βύσματος γίνεται, και η πλακέτα θα μπεί πίσω του. Αφού τα τοποθετήσουμε προωθούμαστε προς τα πάνω με οποίο τρόπο θέλουμε και συνεχίζουμε με τον ίδιο τρόπο την προώθησή μας. Είναι ξεκάθαρο οτι με τον τρόπο αυτό δεν ασφαλιζόμαστε στα βύσματα που μπαίνουν ανάποδα από το κανονικό και για αυτόν τον λόγο πρέπει κάθε 2 μέτρα περίπου να βάζουμε ένα 10άρι βύσμα ή δυο 8άρια ισοσταθμισμένα και να πέρνάμε σε αυτά το σχοινί ασφάλισης. Με αυτήν την τεχνική κάνουμε οικονομία σε βύσματα, πλακέτες και στην μπαταρία του τρυπανιού. Όμως τα ενδιάμεσα βύσματα είναι ευκολό να βγούν αν δεν υπάρχει προσοχή καί μεθοδικότητα.
Τρόπος 5: (by Ανδρέα Χριστοδούλου) Βγάζουμε τόσο στατικό σκοινί όσο υπολογίζουμε ότι θα χρειαστούμε για την διαδρομή συν 30% για κόμπους. Τοποθετούμε βύσμα όσο ψηλότερα από μας γίνεται. Περνάμε πλακέτα. Ασφαλίζουμε το στατικό σκοινί με ψαλιδιά. Όταν βρισκόμαστε στο ίδιο ύψος με την πλακέτα περνάμε το δυναμικό σκοινί. Ανεβαίνουμε μέχρι το βύσμα. Επόμενο βύσμα. Πλακέτα. Στατικό σκοινί με ψαλιδιά. Προώθηση. Δυναμικό σκοινί στη πλακέτα. Κλπ Κλπ. Πλεονεκτήματα: δεν χρειαζόμαστε υλικά που δεν έχουμε, εκτός από το δυναμικό σκοινί, ούτε καν «σκοινάκι». Συνεχής ασφάλεια. Μειονεκτήματα. Πολλές πλακέτες – καραμπίνερ…
Τι θα γινόταν τώρα εάν μπορούσαμε να προωθούμαστε όχι ένα μέτρο τη φορά, αλλά ενάμιση ή δύο μέτρα (σχεδόν) τη φορά; Αυτό το πετυχαίνουμε με τη μπάρα ή τη πλατφόρμα. Οι μέθοδοι αυτοί έχουν το μεγάλο μειονέκτημα των εξειδικευμένων υλικών που πρέπει να μεταφέρουμε μαζί μας.
Μέθοδος Raumer bar. Δεν είναι ανάγκη να αγοραστεί: την φτιάχνουμε και μόνοι μας. Μειονέκτημα ότι πρέπει να μεταφέρεται μέσα στα υλικά μας.
Μέθοδος «πλατφόρμα αράχνης» ή κοινώς αράχνη. Και δεν μπορούμε να τη φτιάξουμε (εύκολα) και πρέπει να την κουβαλάμε. Ωστόσο κάθε «τρύπα» μας βγάζει 1,5 με 2 μέτρα…